Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κ(ου)πώνω

βάνω το σκέπασμα μαγειρικού ή άλλου σκεύους, κοινώς καπάκι.
Παροιμία: “Εκύλησε η τσέντζερη και βρήκε το καπάκι”. (κουπώνω)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Κ(ου)πώνω (κύπη, «κοῦπα») = ἐπιπωματίζω, καλύπτω διὰ στερεοῦ κοίλου καλύμματος.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.