Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

κορκοφιδιά (η)

άγριο δέντρο των άγονων περιοχών, φυλλοβόλο και σκληρόξυλο, άλλως: κορκορεβιθιά.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης

Κορκοφιδιά = κορκορεβυθιά, ἀγριοφυστικιά, φυλλοβόλο ἄγριο δέντρο πού εὐδοκιμεῖ στά ἄγονα καί πετρώδη μέρη.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.