ξεντολογιῶμαι
Ξεντολογιῶμαι (ἐκ-τείνω – λέγομαι) = ἀρχίζω νὰ σκορδινῶμαι, ἀρχίζω νὰ τανυέμαι ἐξ ἀδιαθεσίας, ὑπνηλίας ἢ ὀκνηρίας.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ξεντολογιῶμαι (ἐκ-τείνω – λέγομαι) = ἀρχίζω νὰ σκορδινῶμαι, ἀρχίζω νὰ τανυέμαι ἐξ ἀδιαθεσίας, ὑπνηλίας ἢ ὀκνηρίας.