Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ἀξέγνοιαστος

Ἀξέγνοιαστος § ἄφροντις, ἀμέριμνος.

Σημ. ἐκ τοῦ ξε (ἐξ) καὶ τοῦ (ἀχρ.) νοια, πλεονασμῷ τοῦ α καὶ γ (Σύλλ. 1.3). Ὁ Βυζ. γράφει ἀξέννοιαστος. Ὅτι δὲ τοιαύτη εἶνε ἡ ὀρθὴ τῆς λέξεως ἐτυμολογία καὶ οὐχί, ὡς θέλει ὁ Βυζάντιος, ἐκ τοῦ αξ (= ἐξ) καὶ ἔννοια, (διότι τοιαύτην παραγωγὴν ὑποθέτει ἡ γραφὴ ἀξέγνοιαστος) γίνεται δῆλον καὶ ἐκ τοῦ ἑτέρου παρὰ Λευκαδίοις σωζομένου τύπου τῆς αὐτῆς λέξεως ἀνέγνοιαστος, ὃς παράγεται προφανῶς ἐκ τοῦ στερ. α καὶ (γ)νοία.

Σημ. Ὁ Βυζ. παραλείπει τὴν λέξιν ταύτην.

Ἀξέγνοιαστος § ἄφροντις.

Σημ. Τὴν λ. ἐσημειώσαμεν εἰς τὴν προηγούμενην Συλλογήν, ἀλλὰ κακῶς ἐτυμολογήσαμεν. Ἡ λ. συντίθεται ἐκ τοῦ ἀξ = ἐξ (ἰδ. Συλλογ. ἐν λ. ἀξ) καὶ ἔγνοια = ἔννοια. Περὶ δὲ τῆς τροπῆς τοῦ ν εἰς γ ἰδὲ τὴν Συλλ. ἐν λ. ἔγνοια.

βλ. καί ἀνέγνοιαστος

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.