προσίμπελο (το)
εύχρηστο μόνο στη φράση: “πράμα προσίμπελο”, δηλ. αδύνατον, που αποκλείεται.
Ίσως από την αγγλική λέξη “possible” (δυνατόν)
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
εύχρηστο μόνο στη φράση: “πράμα προσίμπελο”, δηλ. αδύνατον, που αποκλείεται.
Ίσως από την αγγλική λέξη “possible” (δυνατόν)