γεβεντίζω
εκθέτω κάποιον στα περίγελα των άλλων, ρεζιλεύω, χλευάζω.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Γεβεντίζω (Τ. γεβέντ) = εἰρωνεύομαι, λοιδωρῶ, προσβάλλω, χλευάζω.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
εκθέτω κάποιον στα περίγελα των άλλων, ρεζιλεύω, χλευάζω.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Γεβεντίζω (Τ. γεβέντ) = εἰρωνεύομαι, λοιδωρῶ, προσβάλλω, χλευάζω.