ἀπόζιτος -η -ο 09 Δεκ, 2016 Α 0 Σχόλια 0 Ἀπόζιτος -η -ο: /ἀρχ./ (Ἰ. apposito) = κατάλληλος, ἁρμόζων, προσήκων.