πλανταμένη
“ασθένεια” των αλόγων. Όταν φούσκωνε η κοιλιά τους, έβγαζαν την πλανταμένη. Τότε τους έκαναν “στροφό” δηλαδή τους έβαζαν άχυρο κάτω από την κοιλιά και τα καπνίζανε.
βλ. πλαντάζω
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
“ασθένεια” των αλόγων. Όταν φούσκωνε η κοιλιά τους, έβγαζαν την πλανταμένη. Τότε τους έκαναν “στροφό” δηλαδή τους έβαζαν άχυρο κάτω από την κοιλιά και τα καπνίζανε.
βλ. πλαντάζω