Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

πεδοκόπι (το)

η αμοιβή του αγροφύλακα για κάποιο απολυμένο σε ελεύθερη βόσκηση ζώο, που έπιασε. Την αμοιβή κατέβαλε ο ιδιοκτήτης του ζώου ή του κοπαδιού (Τα γεωργικά της Λευκάδας, σελ. 120).

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Πεδοκόπι /τὸ/ (ποῦς, ποδὸς-κόπος) = τὸ εἰς τὸν ἀγροφύλακα καταβαλλόμενον σύλληπτρον ὑπὸ τοῦ κυρίου παρανόμως βοσκόντων ζῴων.

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.