πάτο (ιτ. patto)
συμφωνία (μισθώσεως).
Σε μισθωτήριο έγγραφο του 1711, στην Αμαξικήν (Λευκάδα) διαβάζομε: “ήρθαν ιστήν παρόν σιφονία … με πάτο και κοντιτζιόν (σσ. όρος, υπό τον όρον) ως κάτωθεν …”.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
συμφωνία (μισθώσεως).
Σε μισθωτήριο έγγραφο του 1711, στην Αμαξικήν (Λευκάδα) διαβάζομε: “ήρθαν ιστήν παρόν σιφονία … με πάτο και κοντιτζιόν (σσ. όρος, υπό τον όρον) ως κάτωθεν …”.