Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ἀητός

Ἀητὸς § ἀετός. Π. Σήμερα ᾿στεφανώθηκε Ἀητὸς τὴν Περιστέρα.

Σημ. Καὶ οἱ δύο τύποι ἀρχαιότατοι. Ὁ Βυζ. μόνον τὸν β΄ τύπον σημειοῖ.

βλ. και αετός (ο)

Σύλλαβος – Ιωάννου Σταματέλου


Ετυμολογική σημείωση:
ο τύπος αητός δεν είναι αρχαίος, αλλά προκύπτει από ημιφωνοποίηση του /i/: [aeꞌtos] > [aiꞌtos]

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.