Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ἔγνοια

Ἔγνοια § φροντίς, μέριμνα. ΚΝ.

Σημ. Ὁ Βυζ. γρ. ἔννοια. Ἡ τροπὴ τοῦ ν εἰς γ πρὸ ἑτέρου ν φαίνεται ὅτι εἶναι λείψανον τῆς Αἰολικῆς διαλέκτου, διασωθὲν ἐν πολλοῖς μὲν εἰς τὴν Λατινίδα φωνήν, ὡς εἶνε τὰ cognomen, cognosco, cognobilis, κτλ. ἀντὶ con-nomen, con-nosco, con-nobilis, ἐν ὀλίγοις δὲ καὶ παρὰ τοῖς ἀρχαίοις Ἕλλησιν, ὡς ἵγνυμι, καθίγνυμι, ἀντὶ ἴννυμι, καθίννυμι. Αἰολικῶς λοιπὸν καὶ οἱ Λευκάδιοι προφέρουσιν ἔγνοια, ‘ γνοιάζομαι, σύγνεφο, συγνεφιά, τύραγνος κτλ. ἀντὶ ἔννοια, ἐννοιάζομαι, σύννεφον, συννεφία, τύραννος. Τὰ δὲ ἕτερα ἐπίσης δημοτικὰ ἀγνάντια, ἀγναντεύω, ‘ξάγναντο κτλ. ἔχουσιν ἄλλην ἀρχὴν παραγόμενα ἐκ τοῦ ἐναντίον (-ιον, -ιοω) κατ’ ἐπένθεσιν τοῦ διγαμματοφθόγγου γ (Σύλλ. 3).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.