Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπασά (η)

  1. η είσοδος του σπιτιού
  2. πλημμυρίδα, το μπάσιμο του θαλάσσιου ρεύματος. Στο λιμάνι της Λευκάδας έχομε τέτοιο φαινόμενο. Λέμε: “Σήμερα έχομε μπασά”, όταν μπαίνουν τα νερά από νότια.  Όταν βγαίνουν λέμε “έχουμε βγαλσά“.
  3. όταν έχομε πολλές επισκέψεις …
  4. μπασά λέμε και το μπάσιμο το ελαιόκαρπου στα λιτρουβειά, αλλά για αλεστική περίοδο μιας ημέρας. Μια μπασά = 30 μέτρα (δοχεία πετρελαίου) ελιές.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Μπασὰ /ἡ/ (ἐμβαίνω) = εἴσοδος, πόρος, πλημμυρίς, πυκνότης ἐπισκέψεων, εἰσαγωγὴ ἐλαιοκαρποῦ εἰς ἐλαιοτριβεῖον διὰ μίαν ἡμερησίαν ἔκθλιψιν ἐκ 30 μέτρων (δοχ. πετρελαίου).

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


μπασά (ἡ): εἴσοδος.

Λεξικό Ιδιωματικών Όρων — Χαρά Παπαδάτου

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.