αμπουλάρω
ξενερίζω, ξεπροβάλλω μεταφορικά.
“αμπουλάρουν τα λαβράκια ακριβώς την ώρα που η τράτα έρχεται”
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
ξενερίζω, ξεπροβάλλω μεταφορικά.
“αμπουλάρουν τα λαβράκια ακριβώς την ώρα που η τράτα έρχεται”