παίρνομαι
Παίρνομαι (ἐπαίρομαι) = παραλαμβάνομαι, συνάπτομαι διὰ γάμου. (παρίημι, πάρεσις) = ὑφίσταμαι πάρεσιν, παραλύω.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Παίρνομαι (ἐπαίρομαι) = παραλαμβάνομαι, συνάπτομαι διὰ γάμου. (παρίημι, πάρεσις) = ὑφίσταμαι πάρεσιν, παραλύω.