Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

βίλιορας (ο)

κοινώς βίλιορη: βότανο που χρησιμοποιείται για θεραπευτικούς σκοπούς από τους λαϊκούς γιατρούς.
Είναι ψηλό και φυτρώνει σε υγρούς τόπους.
Σε χειρόγραφο γιατροσόφι: “Η βίλιορη: τα φύλλα του βρασμένα να τα βάζει απάνου όπου έχει τον μπόνον και καθαρίζει …”, (Η λαϊκή Ιατρική στη Λευκάδα, σελ 81)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Βίλιορας /ὁ/ (Ἰ. verleno;) = ὑψηλὸν ἀγρωστῶδες φυτὸν ὑγρῶν ἐδαφῶν (δύσπεπτον καὶ ἐπιβλαβὲς διὰ τὰ κατοικίδια).

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.