ριάλι (το)
ισπανικό νόμισμα.
2 ριάλια (ή ρεάλια) – 1 τζεκίνι
Σε έγγραφο εξουσίας, 17 νοεμβρίου 1757 (Ιστορικό Αρχείο Λευκάδας) διαβάζομε: “Έλαβα και από νίκη τον αργαστηριόνε, οπού ίνε από κάτω από το σπήτι από τους 1744, έος τους 1758, που ίνε χρόνη δεκατέσσαρη, από 40 ριάλια το χρόνο, σουμάρουν ριάλια 560, από αυτά έδοσα της παγόνας, θυγατρός της δεμπονέρενας ριάλια 60 επιδή και ο μακαρίτης συγγενίς μου με τη διαθίκην του έτζη το διορίζει, ώστε μένουν ριάλια 500, που κάνουν λ.(ίρες) 5000”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ριάλι /τὸ/ (Ἰ. reale) = τὸ τρίτον κατὰ σειρὰν καὶ πυκνότητα εἶδος δικτύου τῆς τράτας (μετὰ τὸ κόντρα κιάρο).
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης