πρόγκος (ο)
η φυγή ,το λάκισμα.
φράση: “Καλά πηγαίναμε με το μουλάρι, αλλά σε κάποια στιγμή επήρε πρόγκο και με πέταξε κάτω” = “Έριξα μια πέτρα στο σκύλο κι επήρε πρόγκο κι έφυγε”.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
η φυγή ,το λάκισμα.
φράση: “Καλά πηγαίναμε με το μουλάρι, αλλά σε κάποια στιγμή επήρε πρόγκο και με πέταξε κάτω” = “Έριξα μια πέτρα στο σκύλο κι επήρε πρόγκο κι έφυγε”.