Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

καλαμίδι (το)

  1. το λεπτό και ευλύγιστο καλάμι που στην άκρη του συνδέουν την πετονιά με το αγκίστρι για ψάρεμα
  2. το καλαμίδι του αργαλειού, δηλ τα δυο χοντρά καλάμια, που είναι πίσω από τα μιτάρια, τοποθετημένα οριζόντια ανάμεσα στο στημόνι και προορισμός τους είναι να κρατούν τη “σταύρωση” του στημονιού
  3. τα καλάμια μήκους 20-30 εκ. που τυλίγουν ο στημόνι στο διασίδι.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Καλαμίδι /τὸ/ = κάλαμος λεπτὸς εὐλύγιστος κατάλληλος διὰ πρόσδεσιν ὁρμιᾶς (πετονιᾶς) πρὸς ἁλιείαν.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.