(α)σφηγκοφωλιά (η)
- η φωλιά της σφήγκας. (ασφηγκοφωλιά) Σχηματίζεται όπως της μέλισσας με πολυγωνικά διαμερίσματα. Η φωλιά προσκολλάται κυρίως σε πέτρες, κλαδιά δέντρων, τρύπες κατοικιών κ.λπ.
- μτφ.: όμιλος υπόπτων ανθρώπων, κακοποιών.
- στην ραπτική: πτυχώσεις απομιμούμενες το σχήμα της σφηκοφωλιάς, όπως π.χ. στις λευκαδίτικες ποδιές της “Ρωμαίικης” φορεσιάς στο σημείο που γαζώνεται το ποδοσκοίνι (άνω μέρος) κ.α.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀσφ(η)κοφωληὰ /ἡ/ = σφηκοφωλεὰ μὲ πολυγωνικὰ κύτταρα ὅπως ἡ κηρήθρα εἰς σχῆμα βότρυος ἀπὸ τεφρόχρουν χαρτώδη ὕλην ἡ ὁποία προσκολλᾶται διὰ μίσχου εἰς πέτραν ἢ κλάδον.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης