παλιούρι (το)
ακανθώδης θάμνος, παλιούρος ο ακανθώδης.
Παροιμία: “Θ΄ αφήσομε το γάμο να πάμε για παλιγούρια;”
ΒΑΛ. Αθανάσιος Διάκος Γ΄: “…έβαψε τα παλιούρια / η ξεσχισμένη φτέρνα μου …”
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
ακανθώδης θάμνος, παλιούρος ο ακανθώδης.
Παροιμία: “Θ΄ αφήσομε το γάμο να πάμε για παλιγούρια;”
ΒΑΛ. Αθανάσιος Διάκος Γ΄: “…έβαψε τα παλιούρια / η ξεσχισμένη φτέρνα μου …”