π(υ)ριὰ 09 Απρ, 2017 Π 0 Σχόλια 0 Πυριὰ /ἡ/ (πυρεία) = τὸ πυρεύειν, ἡ δι’ ἰσχυροῦ φωτὸς νυκτερινὴ ἁλιεία.