Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

μπούμ΄στος (ο)

  1. κορυφή Ακαρνανικού βουνού
  2. μτφ.: ο παχύσαρκος και άχαρος άνθρωπος. φράση: “έγινε μπούμ΄στος”
  3. ογκώδες και άχρηστο αντικείμενο που μας εμποδίζει. “Τι τονε θες εκεί αυτόν τον μπούμστο, πέταξέ το να αδειάσει ο τόπος”. Βλ, και μπούμστρο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.