Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ἀλίφασκος

Ἀλίφασκος = φασκομηλιά.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής


Ετυμολογική σημείωση:
από μσν.ελλ. αλισφακιά < *ελισφακιά (με τροπή του αρχικού [e > a] λόγω συμπροφοράς με το αόριστο άρθρο και επανανάλυση [mia-eli > miali > mi-ali]) < *ελίσφακ(ος) -ιά < αρχ.ελλ. ἐλελίσφακος με απλολογία [eleli > eli] και μετάθ. του /s/

(Π.Γ. Κριμπάς)


βλ. και αλιφασκιά (η)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.