καταχνιὰ 23 Ιαν, 2017 Κ 0 Σχόλια 0 Καταχνιὰ /ἡ/ (κατα-χνοῦς, κνάω, κνέφας) = ἁχλύς, ὁμίχλη, ἀντάρα, ποῦσι, καταχνιά.