σκρουμπανάω
Σκρουμπανάω (Ἰ. scrupolo, Ἀλ. σκρούμπ-ι) = πλήσσω διὰ σκληροῦ ὀργάνου β. καὶ λ. γρουμπανάω.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Σκρουμπανάω (Ἰ. scrupolo, Ἀλ. σκρούμπ-ι) = πλήσσω διὰ σκληροῦ ὀργάνου β. καὶ λ. γρουμπανάω.