Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

αβάρα

ναυτικό παράγγελμα.
Προστακτική του ρήματος αβαράρω. “Αβαράρισε το πριάρι, να ξεκινήσουμε” – “Βάλε αβάρα” = σπρώξε το πριάρι να φύγουμε.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ἀβάρα:  (προστ. τοῦ ρ. ἀβαράρω) = ὠθῶ λέμβον ἤ ἄλλο ἐφόλκιον ἀπὸ προβλῆτος ἤ ἄλλου πλωτοῦ πρὸς ἀπομάκρυνσιν ἤ πρόληψιν συγκρούσεως.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Ετυμολογική σημείωση:
από την προστακτική του ρ. αβαράρω, βλ.λ.

(Π.Γ. Κριμπάς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.