ἀνεὶ
Ἀνεὶ καὶ ἂν εἰ, σύνδ. ὑποθ. § ἐάν. Π. ἀνεὶ ὁρίζετε νὰ σᾶς εἰποῦμε τὸ Λάζαρο, ποῦ προσκυνοῦμε. (ᾆσμ. 4).
Σημ. Ἐκ τοῦ εἰ ἂν (= ἐὰν) κατὰ μετάθεσιν κατὰ τὰ ὧδε, ἐδῶ, μὴ οὐ, οὐ μή, κτλ.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ἀνεὶ καὶ ἂν εἰ, σύνδ. ὑποθ. § ἐάν. Π. ἀνεὶ ὁρίζετε νὰ σᾶς εἰποῦμε τὸ Λάζαρο, ποῦ προσκυνοῦμε. (ᾆσμ. 4).
Σημ. Ἐκ τοῦ εἰ ἂν (= ἐὰν) κατὰ μετάθεσιν κατὰ τὰ ὧδε, ἐδῶ, μὴ οὐ, οὐ μή, κτλ.