Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ασφραγκελωνιά (η)

θαμνώδες φυτό με σκληρό φύλλο και ακανθώδες βλαστούς.
Δημ. τραγ.: “Κόψε ξύλο φκιάσε Γιάννη, κι ασφραγκελωνιά Βασίλη”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.