αμπάλα (η)
σφαίρα, συνήθως σιδερένια.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀμπάλα: /ἡ/ (ἀμπάλλω, Ἰ. balla) = σφαῖρα ἐκ συμπαγοῦς ὕλης.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
σφαίρα, συνήθως σιδερένια.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ἀμπάλα: /ἡ/ (ἀμπάλλω, Ἰ. balla) = σφαῖρα ἐκ συμπαγοῦς ὕλης.