μπόρσα (η)
το βαλάντιο, το πορτοφόλι, η σακούλα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Μπόρσα /ἡ/ (Ἰ. borsa) = βαλάντιον, πορτοφόλι, ἀπόθεμα.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
το βαλάντιο, το πορτοφόλι, η σακούλα.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Μπόρσα /ἡ/ (Ἰ. borsa) = βαλάντιον, πορτοφόλι, ἀπόθεμα.
Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης