ρικόσσο 15 Φεβ, 2017 Ρ 0 Σχόλια 0 Ρικόσσο /τὸ/ ἀρχ. (Ἰ. ricostituire) = ἀποκατάστασις, δικαίωσις, ἱκανοποίησις.