κατοίκι
Κατοίκι /τὸ/ (κατοικῶ) = πρόχειρος ἐξοχικὸς ὀρνιθών, καλαμόπλεκτον φράγμα ἰχθυοτροφείου ὅπου παγιδευόμενοι ἁλιεύονται ὁμαδικῶς οἱ ἰχθῦες.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Κατοίκι /τὸ/ (κατοικῶ) = πρόχειρος ἐξοχικὸς ὀρνιθών, καλαμόπλεκτον φράγμα ἰχθυοτροφείου ὅπου παγιδευόμενοι ἁλιεύονται ὁμαδικῶς οἱ ἰχθῦες.