κλιτσινάρια (τα)
τα αδύνατα πόδια. Χρησιμοποιείται και ως χαρακτηρισμός για άνθρωπο που είναι αδύνατος πχ η κλιτσινάρα γυναίκα (η πολύ αδύνατη γυναίκα).
Λέμε: Σιγά την γυναίκα μωρέ. Δεν βλέπεις κάτι κλιτσινάρια που χει;
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
τα αδύνατα πόδια. Χρησιμοποιείται και ως χαρακτηρισμός για άνθρωπο που είναι αδύνατος πχ η κλιτσινάρα γυναίκα (η πολύ αδύνατη γυναίκα).
Λέμε: Σιγά την γυναίκα μωρέ. Δεν βλέπεις κάτι κλιτσινάρια που χει;