ταινιάζω
είμαι αδύνατος, καχεκτικός. “Εταίνιασε από την πείνα”
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ταινιάζω (ταινία -όω, ταινιώδης) = λεπτύνομαι ἀπὸ καχεξίαν, γίνομαι ἰσχνός.
Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
είμαι αδύνατος, καχεκτικός. “Εταίνιασε από την πείνα”
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ταινιάζω (ταινία -όω, ταινιώδης) = λεπτύνομαι ἀπὸ καχεξίαν, γίνομαι ἰσχνός.