Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ζούρλια /ἡ/ (Ἰ. zurlare, zurlo) = παραφροσύνη, φρενοβλάβεια.
Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *
Σχόλιο *
Όνομα *
Email *
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.