ζντρίλι 10 Ιαν, 2017 Ζ 0 Σχόλια 0 Ζντρίλι /τὸ/ (Ἀγγ. drill) = εὐτελὲς χονδρὸν ὕφασμα ἐπενδύσεως (συνήθως βαμβακερόν).