ζεύκι (το) και ζεύκη
φαγοπότι, καλοπέραση, γεύμα. Όταν μας βρίσκει κάποιος επισκέπτης στην ώρα του φαγητού τον καλούμε και λέμε: “Κόπιασε να φάμε …”. Κι αυτός απαντά: “Ευχαριστώ, κάμ΄ τε ζεύκια σας”.
Φράση: “”Περνάμε ζεύκια”.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Ζεῦκι /τὸ/ (Ἀ.Τ. ζὲβκ) = συμπόσιον, εὐωχία, φαγοπότι, γεῦμα. «ἔχουνε ζεῦκι», «κάμε ζεῦκι σου».
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
Ζεύκη = ἀπολαγή φαγητοῦ, ἤ καί ἀγαθῶν, κάνε ζεύκη σου (ἀπόλαυσε τό φαγητό σου).
Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής