ξώκαρδα
Ξώκαρδα /ἐπίρ./ (ἐκ, ἔξω-καρδία) = χωρὶς ἐγκαρδιότητα, χωρὶς ἐνθουσιασμόν, ἀδιαφόρως, ψυχρῶς.
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Ξώκαρδα /ἐπίρ./ (ἐκ, ἔξω-καρδία) = χωρὶς ἐγκαρδιότητα, χωρὶς ἐνθουσιασμόν, ἀδιαφόρως, ψυχρῶς.