Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

ξεσγουρίζω

το ελαφρό πλύσιμο των ασπρόρουχων με νερό, για να μαλακώσουν τα λερώματα, οι σκουριές κ.λπ. Σε δεύτερη φάση τα σαπουνίζουν.

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Ξεσγ(ου)ρίζω (ἐκ-ζυγόω -ηρός, Ἰ. sgorgare, scorrere;) = πλύνω ἐλαφρὰ τὰ ροῦχα πρὶν μεταχειρισθῶ σαπούνι (διὰ νὰ μαλακώσῃ ἡ σγουράδα τῆς ἀκαθαρσίας).

Τα Λευκαδίτικα — Χριστόφορος Λάζαρης


Ξεσγουρίζω = ξεσκουριάζω, προπλένω, βγάζω μέ πλύσιμο τήν πρώτη λέρα ἀπό ροῦχα.

Το Γλωσσάρι της Λευκάδας – Ηλίας Γαζής

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.