βοτρύδι (το)
τα μικρά και αχαμνά λιανόρρογα σταφύλια, που περιφρονούσαν οι τρυγητάδες και τα οποία ήταν προσφιλέστατα στα παιδιά του χωριού, που ξεχύνονταν μετά μανίας στα τρυγημένα αμπέλια, για να τα μαζέψουν και να τα γευτούν με απόλαυση.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Βοτρύδι /τὸ/ (βότρυς) = μικρὰ σταφυλή, ἐκ τῶν διαφευγουσῶν τοὺς τρυγητάς, ποὺ ἀπομένει εἰς τὸ κλῆμα.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης