βολύμι (το)
μολύβι γραφής, κοινώς βολυμοκόντυλο.
Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης
Βολύμ(ι) /τὸ/ = μόλυβδος, μολύβι, μολυβδοκόνδυλον.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
βολύμι (τό): μόλυβδος, μολύβι.
Λεξικό Ιδιωματικών Οικοδομικών Όρων – Χαρά Παπαδάτου
Ένα από τα πολλά μέσα οιωνοσκοπίας, στη Λευκάδα.
Έλιωναν μολύβι στη φωτιά και τόρριχναν σ΄ ένα δοχείο με κρύο και “ἑξορκισμένο”νερό, που η απότομη πήξη το έκανε να παίρνει διάφορα παράξενα σχήματα. “Μελετώντας” αυτά τα σχήματα, η σύγχρονη “Πυθία” προέλεγε τα μελλουμενα στους ενδαφερόμενους.
Παναγιώτης Τ. Ματαφιάς – Από τον Αη Μηνά ίσαμε το Πόντε