Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

βλάχα (η)

χριστόψωμα σε σχήμα γυναίκας βλάχας, που δίνονται στα παιδιά (τα κορίτσια)  τα Χριστούγεννα. Περιέχουν μπαχαρικά, σταφίδες, μάραθο και κόλιαντρο. Που και που βάζουν και κάνα μύγδαλο ή καρύδι. Σπάνια τις ψήνουν σε ταψί ή νταβά. Τις απλώνουν στο μεσάλι και έπειτα τις βάζουν στο πλαστήρι και με αυτό τις πάνε για ψήσιμο.

Η νοικοκυρά παίρνει ένα κομμάτι ζύμης, το κάνει μακρουλό και ύστερα διασταυρώνει τις άκρες του. Έτσι σχηματίζεται ένας απροσδιόριστης μορφής άρτος που έχει περίπου το σχήμα γ. Ουσιαστικά είναι το κεφάλι και τα πόδια. Στο κεφάλι, με σταφίδες κάνει τα μάτια, τη μύτη, το στόμα. Στα πόδια κάνει δάχτυλα με μαχαίρι Έτσι κάνουν τις λεγόμενες “σκέτες” βλάχες.

Γιατί υπάρχουν και οι “καλές”, με ωραίο κεφάλι, με χέρια και πόδια. Τις κεντούν όμορφα με το πηρούνι και τις σφραγίζουν. Καμιά φορά η νοικοκυρά τα χέρια και τα πόδια της βλάχας τα πλάθει με ξεχωριστό ζυμάρι. Σε αυτή την περίπτωση στο κεφάλι βάνει κι ένα αυγό. Σπάνια τα μάτια και τη μύτη της βλάχας τα κάνουν με ζαχαρωτά.

Λέγεται και μπαλούμπα ή  παλούμπα.

βλ. και πλαούνα

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Βλάχα /ἡ/ (Σλ. βλάχ) = γυνὴ σκηνῖτις, οἰκιακὸν Χριστουγεννιάτικον ἀρτοσκεύασμα εἰς σχῆμα πλαγγόνος, πλαγγὼν ἄρτου, πλαούνα.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης


Στη δυτική πλαγιά της Λάμιας, του βουνού απέναντι από τη Λευκάδα, μέχρι και το ’40, ξεχειμώνιαζαν φάρες κτηνοτρόφων από την Άρτα. Οι γυναίκες τους, οι “βλάχες”, έτσι τις ονόμαζαν οι Λευκαδίτες, έφερναν κάθε πρωί στη Λευκάδα, και πουλούσαν λάχανα, δεμάτια ή ζαλίγκες καυόξυλα, γάλα, ξινόγαλο, αυγά και πολλές φορές και αρνιά.

Παναγιώτης Τ. Ματαφιάς – Από τον Αη Μηνά ίσαμε το Πόντε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.