βδομάει
Βδομάει = μοὔρχεται, μοῦ βδομάει νά τοῦ δώσω μιά στά μοῦτρα (Μοὔρχεται νά τοῦ δώσω μιά στά μοῦτρα).
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Βδομάει = μοὔρχεται, μοῦ βδομάει νά τοῦ δώσω μιά στά μοῦτρα (Μοὔρχεται νά τοῦ δώσω μιά στά μοῦτρα).