βασιλεύω (μτφ)
«Κ΄ ἐπλάγιασε πρώτη φορὰ χωρίς νὰ βασιλέψουν τὰ μάτια της τἀ φωτεινά …” » (σελ. 309, Φωτεινός, ΑΣΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟΝ).
Λέγεται περὶ τοῦ ἡλιου, βασιλεύει ὁ ἡλιος, ἤτοι δύει ὁ ἡλιος, κοινοτάτης ὅμως χρήσεως καὶ ἐπὶ ὀφθαλμῶν, ὅταν ἀρχίζωσι νὰ κλείωνται ἐκ τοῦ ὑπνου.