Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

βάρδια (η)

  1. Σκοπός, φρουρά, φρ.: “Είμαι βάρδια σήμερα να φυλάξω τα παιδιά μου”
  2. Ομάδες εργατών εναλλακτικού ωραρίου

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Βάρδια /ἡ/ (Ἰ. guardia) = φρουρά, σκοπός, ἀναμονή. «φλάω βάρδια» = περιμένω καταπονητικῶς.

Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.