Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τζόγια (η)

λέγεται χαϊδευτικά στα μικρά παιδιά. “Κάτσε, τζόγια μου” – “Γιατί τζόγια μου κλαίς;” = καμάρι μου, λεβέντη μου.
[τζόγια = πολυτελής στέφανος διδόμενος ως έπαθλον εις το νικήτήν της γκιόστρας] (λεξικό Δημητρ.)

Λεξικό του Λευκαδίτικου Γλωσσικού Ιδιώματος – Πανταζής Κοντομίχης


Τζόγια /ἡ/ (Ἰ. gioja) = τιμαλφές, ἀγαλλίαμα, χάρμα, καμάρι, λατρευτός.

Τα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.