τζοχαντάρ(η)ς -ω
Τζοχαντάρης -ω /ὁ, ἡ/ (Τ. τσοχαντὰρ) = βίαιος, αὐθαίρετος, φιλόνεικος.
Tα Λευκαδίτικα – Χριστόφορος Λάζαρης
τζοχατάρω: ανδρογύναικα
Ηθογραφίες Λευκαδίτικες, Ανδρ. Φίλιππα Χαριτωνίδου / Γλωσσάριο Βασίλης Φίλιππας
Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!
Τζοχαντάρης -ω /ὁ, ἡ/ (Τ. τσοχαντὰρ) = βίαιος, αὐθαίρετος, φιλόνεικος.