Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τσαπράζι (το)

ασημένια ή επίχρυσα νομίσματα που συνδέονται με αλυσιδίτσες και τα φορούν στο στήθος σε τοπικές ενδυμασίες. Στη λευκαδίτικη λαϊκή φορεσιά δε συνηθίζονταν παρά σε σπάνιες περιπτώσεις. Τα ΄βαναν όμως οι άντρες στα παραδοσιακά γιλέκα τους, χρησιμοποιώντας μάλιστα νομίσματα με αλυσίδες, αντί άλλων κοσμημάτων.
Σε προικοσ. του 1697, βρίσκομε: “Τσαπρόζια ασημένια αρματωσιά μία” και σε άλλο του 1685: “Τζαπράζια εννέα ζευγάρια”.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.