Ψάχνετε κάτι;

Γράψτε την λέξη που ακούσατε ή διαβάσατε και δείτε τι ακριβώς σημαίνει στο Λευκαδίτικο ιδίωμα!

τσαπαλίζω

Το λέμε για κάποιον που ξέρει λίγα πράγματα από κάτι. Για παράδειγμα, προκειμένου για γλωσσομάθεια, λέμε τσαπαλίζει λίγα αγγλικά, ενώ στην ουσία δε γνωρίζει σχεδόν τίποτα.
προφανώς ο ιδιωματικός για το χωριό αυτός τύπος είναι ο γνωστός τσαπα(τσου)λίζω, που προέρχεται από το τσαπατσούλης (ουσιαστικό θηλυκό τσαπατσουλιά) κι αυτό από το τουρκικό caacul κατά πως λέει ο Ανδριώτης και οι άλλοι λεξικογράφοι. Τσαπατσούλης σημαίνει ατημέλητος, απεριποιήτος (και αδέξιος). Αυτός λοιπόν που τσαπα(τσου)λίζει λίγα … τα χειρίζεται με αδεξιότητα (ασορτί με την εμφάνισή του).

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.